Η απόφαση υπ' αριθμ. 53 της 15ης Φεβρουαρίου 2023 του Εφετείου Ρώμης αποτελεί μια σημαντική παρέμβαση στο θέμα της δόλιας χρεοκοπίας, εμβαθύνοντας στις ευθύνες του εκκαθαριστή μιας εταιρείας σε κρίση. Το Δικαστήριο εξέτασε διάφορες πτυχές που σχετίζονται με τη λογιστική διαχείριση της εταιρείας, τονίζοντας τις διαφορές μεταξύ των περιπτώσεων απλής και δόλιας χρεοκοπίας.
Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε την ευθύνη του R.G., εκκαθαριστή της εταιρείας L. srl, για πρόκληση οικονομικής κατάρρευσης μέσω παράνομων πράξεων. Συγκεκριμένα, ο εκκαθαριστής κατηγορήθηκε ότι πραγματοποίησε προνομιακές πληρωμές σε έναν πιστωτή, κατά παράβαση των διατάξεων του πτωχευτικού νόμου. Το αδίκημα της προνομιακής χρεοκοπίας διαπιστώθηκε καθώς η πληρωμή των 31.355,87 ευρώ υπέρ ενός πρώην εργαζομένου έγινε εις βάρος των άλλων πιστωτών.
Η απλή χρεοκοπία και η δόλια χρεοκοπία όσον αφορά την τεκμηρίωση διακρίνονται ως προς τη διαφορετική διαμόρφωση του υποκειμενικού στοιχείου.
Ένα κρίσιμο στοιχείο της απόφασης είναι η διάκριση μεταξύ απλής χρεοκοπίας και δόλιας χρεοκοπίας. Το Δικαστήριο τόνισε ότι για τη διαμόρφωση της δόλιας χρεοκοπίας είναι απαραίτητο να αποδειχθεί η δόλια πρόθεση παρεμπόδισης της ανασύστασης της εταιρικής περιουσίας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε η γνώση του εκκαθαριστή σχετικά με τις λογιστικές παρατυπίες, οδηγώντας στην αναδιατύπωση της κατηγορίας από δόλια χρεοκοπία σε απλή χρεοκοπία.
Η απόφαση ασχολήθηκε επίσης με το θέμα της παραγραφής. Το Δικαστήριο δήλωσε ότι οι περιπτώσεις προνομιακής και δόλιας χρεοκοπίας είχαν παραγραφεί μέχρι τις 20 Ιουλίου 2020, τονίζοντας τη σημασία της ταχύτητας των νομικών ενεργειών στο πλαίσιο της πτώχευσης.
Συμπερασματικά, η απόφαση υπ' αριθμ. 53/2023 του Εφετείου Ρώμης προσφέρει μια σαφή εικόνα των ευθυνών του εκκαθαριστή σε περίπτωση χρεοκοπίας. Τονίζει τη σημασία της διαφανούς διαχείρισης των λογιστικών βιβλίων και την ανάγκη αποφυγής προνομιακών πληρωμών που μπορούν να βλάψουν τους πιστωτές. Αυτή η υπόθεση αποτελεί μια σημαντική προβληματισμό για όλους τους επαγγελματίες του κλάδου, ώστε να μπορούν να λειτουργούν σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς και να προστατεύουν τα συμφέροντα όλων των πιστωτών.