Η πρόσφατη υπ' αριθ. 13379/2024 απόφαση, που κατατέθηκε στις 3 Απριλίου 2024, έχει προκαλέσει ευρεία συζήτηση στους νομικούς κύκλους. Ο Άρειος Πάγος, αντιμετωπίζοντας το θέμα της επανάληψης της ανάκρισης σε δεύτερο βαθμό, έχει διατυπώσει θεμελιώδεις αρχές που προστατεύουν τα δικαιώματα των μερών στην ποινική δίκη, ιδίως στην περίπτωση διαφορετικής αξιολόγησης των δηλώσεων που έχουν δοθεί από πραγματογνώμονες ή τεχνικούς συμβούλους.
Η επανάληψη της ανακριτικής διαδικασίας στο ακροατήριο είναι ένας νομικός θεσμός μεγάλης σημασίας, καθώς διασφαλίζει ότι ο δικαστής, κατά τη λήψη μιας απόφασης, μπορεί να αξιοποιήσει όλα τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία για μια ορθή αξιολόγηση. Ειδικότερα, η εν λόγω απόφαση τονίζει ότι, εάν ο δικαστής σε δεύτερο βαθμό προβεί σε διαφορετική αξιολόγηση των κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων, υποχρεούται να διατάξει την επανάληψη της ανάκρισης. Αυτή η αρχή είναι θεμελιώδης για τη διασφάλιση της ορθότητας της δίκης και του σεβασμού του δικαιώματος στην υπεράσπιση.
Διαφορετική αξιολόγηση των δηλώσεων που δόθηκαν στο ακροατήριο από τον τεχνικό σύμβουλο ή τον πραγματογνώμονα - Ανατροπή της αθωωτικής απόφασης - Υποχρέωση επανάληψης της ανακριτικής διαδικασίας στο ακροατήριο - Ύπαρξη - Προϋποθέσεις. Σχετικά με τη διαδικασία σε δεύτερο βαθμό, ο δικαστής που καταλήγει σε καταδικαστική απόφαση, αξιολογώντας διαφορετικά τις δηλώσεις που δόθηκαν στο ακροατήριο από έναν πραγματογνώμονα ή τεχνικό σύμβουλο, υποχρεούται, στην περίπτωση που πρόκειται για κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία, στην επανάληψη της ανακριτικής διαδικασίας στο ακροατήριο μέσω της εξέτασης του προαναφερθέντος πραγματογνώμονα ή τεχνικού συμβούλου.
Οι επιπτώσεις της υπ' αριθ. 13379/2024 απόφασης εκτείνονται πολύ πέρα από την συγκεκριμένη υπόθεση. Θέτει ένα σημείο αναφοράς για μελλοντικές διαδικασίες σε δεύτερο βαθμό, καθώς διευκρινίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες καθίσταται αναγκαία η επανάληψη της ανάκρισης. Αυτό συνεπάγεται:
Στο πλαίσιο αυτό, η απόφαση λειτουργεί ως υπενθύμιση προς τους δικαστές, ώστε να εξετάζουν με τη μέγιστη προσοχή τις δηλώσεις των πραγματογνωμόνων και των τεχνικών συμβούλων, αποφεύγοντας αποφάσεις που μπορεί να φαίνονται αυθαίρετες ή μονομερείς.
Συμπερασματικά, η υπ' αριθ. 13379/2024 απόφαση αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός στην προστασία των δικαιωμάτων των μερών σε μια ποινική δίκη. Τονίζει τη σημασία της επανάληψης της ανάκρισης σε δεύτερο βαθμό ως εγγύηση μιας δίκαιης δίκης. Οι νομικοί πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους αυτή την αρχή για να διασφαλίζουν ότι κάθε απόφαση υποστηρίζεται από επαρκή αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων, προστατεύοντας έτσι τα θεμελιώδη δικαιώματα των κατηγορουμένων και διασφαλίζοντας την ορθότητα ολόκληρου του νομικού συστήματος.