Η απόφαση του Αρείου Πάγου της 3ης Ιουλίου 2024, αριθ. 30537, προσφέρει σημαντικές ιδέες σχετικά με την αναγνώριση του επιδόματος διαζυγίου, αντιμετωπίζοντας τους τρόπους αξιολόγησης των οικονομικών συνθηκών των συζύγων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το Δικαστήριο έκανε δεκτή την προσφυγή που υπέβαλε ο Α.Α., τονίζοντας τη σημασία της εξέτασης της προσωπικής και οικονομικής συμβολής καθενός από τους συζύγους κατά τη διάρκεια του γάμου.
Η υπόθεση αφορά τον Α.Α. και την Β.Β., ένα ζευγάρι που παντρεύτηκε το 1983 και χώρισε το 2010. Κατά τη διάρκεια της δίκης διαζυγίου, ο Α.Α. ζήτησε επίδομα διαζυγίου, αλλά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε αυτό το αίτημα. Το Εφετείο της Βενετίας επιβεβαίωσε αυτή την απόφαση, κρίνοντας ότι δεν υπήρχε οικονομική ανισορροπία που να δικαιολογεί το επίδομα.
Ο Α.Α. υπέβαλε προσφυγή στον Άρειο Πάγο, εγείροντας διάφορες ενστάσεις σχετικά με την αξιολόγηση των περιουσιακών και εισοδηματικών συνθηκών. Μεταξύ των κύριων λόγων, το Δικαστήριο έκανε δεκτούς:
Η αναγνώριση του επιδόματος διαζυγίου απαιτεί τη διαπίστωση της ανεπάρκειας των μέσων του αιτούντος πρώην συζύγου και της αδυναμίας απόκτησής τους για αντικειμενικούς λόγους.
Το Δικαστήριο τόνισε ότι το επίδομα διαζυγίου έχει βοηθητική και αποζημιωτική λειτουργία, και ότι η αξιολόγηση πρέπει να λαμβάνει υπόψη την οικογενειακή ιστορία και τις συμβολές καθενός από τους συζύγους. Η απουσία παιδιών έχει βαρύτητα, αλλά δεν πρέπει να αποκλείει τη δυνατότητα επιδόματος εάν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των μερών.
Αυτή η απόφαση είναι σημαντική διότι διευκρινίζει πώς πρέπει να διεξάγεται η αξιολόγηση του επιδόματος διαζυγίου με εις βάθος τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο τα τρέχοντα εισοδήματα αλλά και τις ιστορικές συμβολές στην κοινή περιουσία. Ο Άρειος Πάγος επισήμανε ότι η απλή προσκόλληση σε μια πραγματογνωμοσύνη δεν αρκεί· είναι απαραίτητο να παρέχεται επαρκής αιτιολογία που να δικαιολογεί τις ληφθείσες αποφάσεις.
Συμπερασματικά, ο Άρειος Πάγος ακύρωσε την απόφαση του Εφετείου, παραπέμποντας το θέμα για επανεκτίμηση των περιουσιακών και εισοδηματικών συνθηκών, τονίζοντας έτσι τη σημασία μιας ακριβούς ανάλυσης στις περιπτώσεις διαζυγίου και χορήγησης επιδομάτων.
Η απόφαση αριθ. 30537 του 2024 αντιπροσωπεύει ένα βήμα προόδου στη νομολογία σχετικά με το διαζύγιο και το επίδομα διαζυγίου, διευκρινίζοντας ότι κάθε περίπτωση πρέπει να αξιολογείται βάσει των συγκεκριμένων οικονομικών συνθηκών και των ιστορικών συμβολών καθενός από τους συζύγους. Αυτή η προσέγγιση όχι μόνο προστατεύει τα δικαιώματα του πιο ευάλωτου πρώην συζύγου, αλλά διασφαλίζει επίσης ότι οι αποφάσεις είναι νομικά θεμελιωμένες και αιτιολογημένες.