Η πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου, υπ' αριθμ. 11325 της 16ης Μαρτίου 2023, έθεσε στο επίκεντρο το ευαίσθητο θέμα της αυτονομιμοποίησης, ιδίως όσον αφορά την επένδυση χρημάτων σε δραστηριότητες τυχερών παιχνιδιών και στοιχημάτων. Η απόφαση επιβεβαίωσε την ερμηνεία σύμφωνα με την οποία τέτοιες δραστηριότητες μπορούν να θεωρηθούν ως «κερδοσκοπικές δραστηριότητες» κατά την έννοια του άρθρου 648-ter.1 του ποινικού κώδικα, ανοίγοντας σημαντικές σκέψεις για τα όρια μεταξύ νόμιμων παιχνιδιών και εγκληματικών συμπεριφορών.
Το Δικαστήριο της Ρώμης είχε απορρίψει το αίτημα επανεξέτασης που υπέβαλε ο Α.Α. κατά διατάγματος προσωρινής κατάσχεσης, υποστηρίζοντας ότι η επένδυση χρημάτων σε αθλητικά στοιχήματα συνιστούσε συμπεριφορά αυτονομιμοποίησης. Το Δικαστήριο τόνισε ότι ο όρος «κερδοσκοπική δραστηριότητα» μπορεί να περιλαμβάνει τα τυχερά παιχνίδια, καθώς τέτοια δραστηριότητα είναι ικανή να καταστήσει τα έσοδα από ένα έγκλημα μη ανιχνεύσιμα. Αυτή η προσέγγιση βρίσκει επίσης απήχηση στην προηγούμενη νομολογία, όπως υπογραμμίζεται από την απόφαση Sanna (Σεζ. 2, υπ' αριθμ. 13795/2019).
Η έννοια της τύχης, χαρακτηριστική του παιχνιδιού ή του στοιχήματος, δεν είναι οντολογικά διαφορετική ή ασύμβατη με αυτή του υπολογίσιμου κινδύνου.
Η απόφαση διευκρίνισε ότι η εισαγωγή παράνομων χρημάτων στα τυχερά παιχνίδια αποτελεί τρόπο συγκάλυψης της εγκληματικής προέλευσης των κεφαλαίων. Το Δικαστήριο απέρριψε τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης, οι οποίοι υποστήριζαν ότι τα χρήματα που επενδύθηκαν σε στοιχήματα ήταν ανιχνεύσιμα και επομένως δεν μπορούσαν να συνιστούν το έγκλημα της αυτονομιμοποίησης. Ειδικότερα, επισημάνθηκε ότι η ανιχνευσιμότητα δεν εμποδίζει τη μόλυνση του οικονομικού συστήματος με κεφάλαια παράνομης προέλευσης.
Η απόφαση υπ' αριθμ. 11325/2023 αποτελεί ένα σημαντικό βήμα στην ιταλική νομολογία σχετικά με την αυτονομιμοποίηση και τις δραστηριότητες τυχερών παιχνιδιών. Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι ο κίνδυνος που συνδέεται με τα τυχερά παιχνίδια μπορεί να θεωρηθεί ως κερδοσκοπική δραστηριότητα, με όλες τις ποινικές συνέπειες που προκύπτουν. Οι επαγγελματίες του δικαίου και οι φορείς του κλάδου πρέπει να δώσουν προσοχή σε αυτές τις νέες ερμηνείες, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις μελλοντικές νομικές αποφάσεις.