Η πρόσφατη απόφαση αριθ. 8985 της 4ης Απριλίου 2024, που εκδόθηκε από τον Άρειο Πάγο, παρείχε σημαντικές διευκρινίσεις σχετικά με τον προσδιορισμό της κτηματολογικής αξίας για ηλεκτροπαραγωγούς σταθμούς, ιδίως σε σχέση με τα στοιχεία του εξοπλισμού. Η εν λόγω απόφαση εντάσσεται στο ρυθμιστικό πλαίσιο που προβλέπεται από τον νόμο αριθ. 208/2015, ο οποίος εισήγαγε σημαντικές καινοτομίες όσον αφορά την κτηματολογική εκτίμηση ειδικών ακινήτων.
Σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 21 του νόμου αριθ. 208/2015, οι κεκλιμένες επιφάνειες των ηλεκτροπαραγωγών σταθμών, όντας αναπόσπαστο μέρος της παραγωγικής διαδικασίας, δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό της κτηματολογικής αξίας. Η αρχή αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι τα εν λόγω στοιχεία δεν μπορούν να διαχωριστούν από τον παραγωγικό κύκλο και, ως εκ τούτου, η αξία τους δεν πρέπει να υπόκειται σε φορολόγηση.
Η εν λόγω απόφαση έχει σημαντικό αντίκτυπο για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον ενεργειακό τομέα, καθώς επιτρέπει τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης που σχετίζεται με την κτηματολογική αξία. Η επιλογή του Δικαστηρίου να μην λαμβάνει υπόψη τα στοιχεία του εξοπλισμού επιτρέπει στις εταιρείες να βελτιστοποιήσουν το κόστος τους, διευκολύνοντας τις επενδύσεις και τις καινοτομίες στον τομέα της παραγωγής ενέργειας. Οι ηλεκτροπαραγωγοί σταθμοί, ως εκ τούτου, μπορούν να επωφεληθούν από ένα ευνοϊκότερο φορολογικό καθεστώς, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα του τομέα.
(ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ) - ΓΕΝΙΚΑ Ειδικά ακίνητα - Ηλεκτροπαραγωγοί σταθμοί - Προσδιορισμός κτηματολογικής αξίας - Άρθρο 1, παράγραφος 21, του ν. 208/2015 - Στοιχείο εξοπλισμού - Υπολογισιμότητα - Εξαίρεση - Αιτιολογία - Περίπτωση.
Η απόφαση αριθ. 8985/2024 αποτελεί ένα βήμα προόδου στον καθορισμό των φορολογικών κανόνων για τους ηλεκτροπαραγωγούς σταθμούς και, γενικότερα, για τα ειδικά ακίνητα. Το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι τα στοιχεία του εξοπλισμού, όπως οι κεκλιμένες επιφάνειες, δεν πρέπει να περιλαμβάνονται στην κτηματολογική αξία, δίνοντας έτσι ισχυρή έμφαση στη σημασία της παραγωγικής λειτουργικότητας των ακινήτων. Οι εταιρείες του ενεργειακού τομέα μπορούν πλέον να σχεδιάζουν τις φορολογικές τους στρατηγικές με μεγαλύτερη βεβαιότητα, συμβάλλοντας σε ένα πιο ευνοϊκό οικονομικό περιβάλλον για επενδύσεις και ανάπτυξη.